για το
κίνημα του δημοτικισμού
για την
αριστερά
για το
ΔΥ κίνημα.
Αρχή
για τα παραπάνω αποτέλεσε αφενός ο όγκος των εκπαιδευτικών ο οποίος
συνδυασμένος με τη διασπορά των σχολείων ήταν πάντα υπολογίσιμη δύναμη, η
ανάγκη του αστικού κράτους να στηρίξει την ιδεολογία του στους υπαλλήλους -
διανοουμένους του εφόσον τα ΜΜΕ είναι εφεύρεση των τελευταίων χρόνων και ο
χαρακτήρας της εκπαίδευσης ως βασικός θεσμός διαμεσολάβησης ανάμεσα σε μία
βασικά καθυστερημένη χώρα που μετεωρίζονταν ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση.
Oι
αγώνες των εκπαιδευτικών μέσα από τα συνδικάτα τους (OΛΜΕ - ΔOΕ) ιδιαίτερα μετά
τη λήξη του εμφυλίου (1949) ως τις μέρες μας (2013) είχαν ως βασικό στόχο -
κίνητρο τη μισθολογική και εργασιακή τους βελτίωση ωστόσο κάτω από αυτό το
υπέδαφος υπήρχε πάντα τουλάχιστον για ένα μεγάλο τμήμα τους η έγνοια για ένα
καλύτερο σχολείο - σύνθημα το οποίο σχηματοποιήθηκε στην αυγή του 21ου αιώνα.
«Για
ένα δημοκρατικό σχολείο που θα χωράει όλα τα παιδιά όλη τη γνώση και όλους τους
εκπαιδευτικούς». Από αυτή την άποψη... ο αγώνας συνεχίζεται.
Η
εκπαίδευση
Η
εκπαιδευτική διαδικασία, παρακολουθεί και ορίζεται εντέλει από τις πολιτικές
και κοινωνικές διεργασίες και τις αναπαράγουν, αναβαθμίζουν, προωθούν. Το
σχολείο δεν είναι αυτόνομος οργανισμός και δεν μπορεί να υπάρξει ως τέτοιος. Oι
μεγάλοι διχασμοί που προσδιορίζουν το σχολείο ως πεδίο ταξικής πάλης και
χρησιμεύουν στη διαιώνιση και αναπαραγωγή της άρχουσας τάξης ταξινομούνται:
Μέσα
από το Α.Π., τη δομή των μαθημάτων και την καθημερινή σχολική κουλτούρα, συντηρείται
η διάκριση χειρωνακτικής και διανοητικής εργασίας.
Καλλιεργούνται
και αναπτύσσονται οι διακρίσεις ανάμεσα στο δάσκαλο και τους μαθητές και
ανάμεσα στους μαθητές μέσα από ένα σύνολο νόμων, διατάξεων, διακρίσεων,
εντολών, επιβραβεύσεων. Το σχολείο είναι ανταγωνιστικό και όχι συναγωνιστικό.
Καλλιεργείται
ο χωρισμός της φυσικής από την πνευματική ζωή. Η φυσική ζωή (κολύμπι,
ορειβασία, γυμναστική, ελεύθερος χρόνος, διασκέδαση) αποκόβεται από ένα
τυποποιημένο, ρουτινιάρικο πρόγραμμα, το οποίο μισούν οι μαθητές και δεν ελκύει
τους δασκάλους.
Καλλιεργείται
η μισαλλοδοξία προς τον ετερόδοξο και το «άλλο», με έναν ιδιότυπο εθνικισμό,
που μπολιάζεται εσχάτως από τον ευρωπαϊσμό. Τα προγράμματα και ιδιαίτερα ότι
πριμοδοτεί η Ευρωένωση και οι εγχώριοι υποστηρικτές της, θεοποιούν την
Ευρωπαϊκή αγορά και συμπλέκονται με ένα ιδιόμορφο εθνικισμό που αναδεικνύει το
«ανάδελφο έθνος».
Κυριαρχεί
η τάση προς τον ευτελισμό της μόρφωσης των πολλών, με κατεύθυνση την κατάρτιση,
και η αριστοκρατικοποίηση της εκπαίδευσης των λίγων, με ποικίλους μηχανισμούς
(διπλό σχολικό δίκτυο, τάση για διαφοροποίηση σχολικών μονάδων με βάση τη
σχολική κουλτούρα, πέρασμα στην Τοπική Αυτοδιοίκηση).
Η
άρχουσα ιδεολογία, η ιδεολογία και η πρακτική της «συνδέει» το σχολείο με την
κοινωνία, με τα δικά της φίλτρα. Από αυτή την άποψη, τα σχολεία και οι σχολές
είναι «ανοιχτές» στα μηνύματα των κυρίαρχων πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων
και κλειστές στις δυνάμεις της εργασίας και στο λαό.
Είμαστε
αντίθετοι στο αστικό σχολείο. Και ο εκπαιδευτικός που σέβεται τον εαυτό του τα
παιδιά και τη γνώση οφείλει να σκέπτεται και ν’ αντιδρά αγωνιστικά.
Υποβάθμιση
O ρόλος
του εκπαιδευτικού αλλάζει. Το αναβαθμισμένο κοινωνικό status αποτελεί παρελθόν.
Σε
τούτο συνέβαλαν:
Το
σχολείο χάνει το βασικό του ρόλο ως φορέα κοινωνικοποίηση.
Το
απολυτήριο απαξιώνεται αφού η αγορά προηγείται η εκπαίδευση ακολουθεί.
Το
αναλυτικό πρόγραμμα αποστεώνεται και ο παπαγαλισμός είναι απωθητικός στα
παιδιά.
δ)
Διάφοροι άλλοι φορείς κοινωνικοποίησης του παιδιού (ΜΜΕ, παρέες κ.λπ.)
συμπιέζουν τις σχολικές δομές.
Σ’
αυτήν την περιδίνηση ο εκπαιδευτικός φτωχοποιείται ταχύτατα και κατατάσσεται
πλέον στα χαμηλόμισθα - χαμηλόβαθμα ΔΥ στρώματα.
Αλλά
επειδή η κατανόηση του νέου ρόλου - θέση του γίνεται με αργούς ρυθμούς διατηρεί
την προσδοκία αναβάθμισή του μέσω του κράτους.
Έτσι
αντί να κινηθεί σε συμμαχία προς τα φτωχά λαϊκά στρώματα ταλαντεύεται
αντιφατικά ανάμεσα στο λαό και την άρχουσα τάξη ως μικροαστός διανοούμενος της
χαμηλής υπαλληλίας.
Μεγάλες
μορφές
Είναι
απόλυτα εξηγήσιμο το εκπαιδευτικό κίνημα να γεννήσει φωτεινές παρουσίες που
σημάδευψαν την πορεία του. Χωρίς να υπερμεγενθύνουμε το ρόλο των
προσωπικοτήτων είναι απόλυτο χρέος μας να σημειώσουμε τους εργάτες του
πνεύματος που άνοιξαν δρόμους για ένα καλύτερο σχολείο.
Την
«αγία τριάδα», τον Δ. Γληνό, Α. Δελμούζο, και Μ. Τριανταφυλλίδη όσο κι αν οι
δρόμοι τους χώρισαν αργότερα (1926) με τον πρώτο να παίρνει σταθερή θέση στο
αριστερό κίνημα.
Τον Σ.
Παπαμαύρο, την Ρ. Ιμβριώτη, τον Π. Καζαντζή, τον Σπ. Καλλιάφα, τον εκτελεσμένο
δάσκαλο Ν. Πλουμπίδη, τον Πανεπιστημιακό Γιάννη Κακριδή που δικαιώνεται 40
χρόνια μετά τη «δίκη των τόνων» με την καθιέρωση του μονοτονικού αλλά και τον
αστό δημοκράτη Ευ. Παπανούτσο μαζί με τον Ζακυθηνό αλλά και τον αριστερό
αγωνιστή Ν. Τεμπονέρα που υπεράσπισε το δημόσιο σχολείο με τη ζωή του.
Επίσης
χιλιάδες μαχητές/τριες στο ΕΑΜ - ΕΛΑΣ - ΔΣΕ οι οποίοι κάτω από αντίξοες
συνθήκες «έστηναν» σχολεία για να μάθουν γράμματα τα παιδιά των φτωχών,
φτιάχνοντας θέατρο στο βουνό όπως ο Β. Ρώτας.
Άνθρωποι,
δάσκαλοι, των γενών των ανθρώπων, πραγματικές ρίζες του εκαιδευτικού κινήματος,
ορόσημα για το σήμερα οδηγοί για το αύριο.
Ιστορικοί
σταθμοί
Μία
επέτειος όπως είναι η 5η Oκτώβρη, παγκόσμια μέρα του εκπαιδευτικού μας δίνει τη
δυνατότητα ν’ αναστοχαστούμε τουλάχιστον το πρόσφατο παρελθόν να εκτιμήσουμε
σωστά και να προσδιορίσουμε τις κοινωνικές συντεταγμένες του σήμερα, σ’ ότι
αφορά στο εκπαιδευτικό κίνημα.
Έτσι
μετά τις συντηρητικές απαρχές του 20ού αιώνα όπου οι προοδευτικοί δάσκαλοι
σύρονταν στα δικαστήρια γιατί υποστήριζαν τη δημοτική γλώσσα (μετάφραση της
Καινής Διαθήκης από τον Αλέξανδρο Πάλλη στη λαϊκή γλώσσα) ή εφάρμοζαν
δημοκρατικές και πρωτοποριακές μεθόδους στα σχολεία (Αλ. Δελμούζος στο
Παρθεναγωγείο Βόλου) ενώ η πρώτη μεταρρύθμιση της κυβ. Βενιζέλου (1917 νόμος
826/17) φέρνει τη σφραγίδα των Γληνού - Δελμούζου - Τριανταφυλλίδη για την
αναμόρφωση των αναλυτικών προγραμμάτων.
Λίγο
αργότερα (1920) η παλινόρθωση των συντηρητικών αστών διατάζει «να καώσι τα
υπάρχοντα αναγνωστικά βιβλία».
Το 1936
στο διάγγελμά του «προς τον λαόν» ο Ι. Μεταξάς ανακαλύπτει ότι «ο κομμουνισμός
παρασκεύαζε την κοινωνικήν επανάστασιν και εισεχώρησε εις την εκπαίδευσιν» και
εκατοντάδες δάσκαλοι απολύονται ή στέλνονται στις φυλακές και τις εξορίες.
Στη
μεγάλη δεκαετία 1940 - 1950 το ΕΑΜ αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στη μόρφωση του
λαού και με εμψυχωτή τον Δ. Γληνό υποβάλλεται στην Πολιτική Επιτροπή Εθνικής
Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ) από το ΕΑΜ - ΕΛΑΣ. Το σχέδιο μιας λαϊκής Παιδείας είναι
πρότυπο δράσης αξεπέραστο ως σήμερα.
Η λήξη
του εμφύλιου αφήνει την Παιδεία στο ημίφως.
Το 1964
πρωθυπουργός και υπουργός Παιδείας Γ. Παπανδρέου, υφυπουργός Λουκής Ακρίτας και
γ. γραμματέας Ευαγγ. Παπανούτσος και κάτω από την πίεση της ΕΔΑ αλλά και την
ανάγκη για στελέχωση του κράτους - κοινωνίας με εγγράμματο πληθυσμό συντάσσουν
το σχέδιο για τη γενική εκπαίδευση (νόμος 4379/64) ενώ λίγο αργότερα Μάης 1967,
η στρατιωτικοφασιστική δικτατορία διακόπτει το μάθημα «Στοιχεία δημοκρατικού Πολιτεύματος»
και το αντικαθιστά με την «Αγωγή του Πολίτη». Η πτώση της χούντας Ιούλιος 1974,
γεννά νέες προσδοκίες, το εκπαιδευτικό κίνημα ανασυντάσσεται έτσι ώστε
αναγκάζει τους Καραμανλή - Ράλλη να δώσουν τέλος σε μία διαμάχη δύο περίπου
αιώνων και να καθιερωθεί (1976) η δημοτική γλώσσα ως επίσημη γλώσσα του
κράτους.
Πρόκειται
για μία νίκη που πρέπει να «πιστωθεί» και στους χιλιάδες δασκάλους που έδωσαν
τιτάνιους αγώνες γι’ αυτό το σκοπό.
Μετά το
1981 έχουμε την καθιέρωση του μονοτονικού και το νόμο 1566/85 για τη δομή της
Α’ και Β’ εκπαίδευσης που αποτελεί ένα συμβόλαιο το οποίο αναιρείται σήμερα από
τις δυνάμεις της αγοράς. Ακολούθησε η πολυήμερη απεργία στις εξετάσεις (1988) η
σύγκρουση με την κυβέρνηση Μητσοτάκη 1990 - 1991, η απεργία του 1997 ο ΑΣΕΠ (1998)
τα μαθητικά (2000) η απεργία των δασκάλων (2006) ο Δεκέμβρης του 2008, η
απεργία το 2013. Μακρύς κατάλογος.
Επίλογος
Η
γρήγορη φτωχοποίηση των εκπαιδευτικών και η ερημοποίηση του δημόσιου σχολείου
γεννάει αναπόφευκτα αντιστάσεις και αντιδράσεις από τον κόσμο «του διδάσκειν».
Ανάμεσα
στις ανάγκες του λαού για το μορφωτικό δικαίωμα και στην προσδοκία της
υπαλληλικής ανέλιξης οι «δάσκαλοι» πρέπει να διαλέξουν. Με ποιον θα πάνε και
ποιον θ’ αφήσουν! Έχουμε το βαρύ ιστορικό φορτίο την ταξική εμπειρία των αγώνων
δημοκρατικά σωματεία ένα μεγάλο πλήθος εργαζομένων (80.000 καθηγητές - 70.000
δάσκαλοι) και την έξωθεν καλή μαρτυρία.
Ας
τελειώνουμε με τις αυταπάτες. O ρόλος μας ως διαμεσολαβητή ανάμεσα στο κράτος
και τα παιδιά, ανάμεσα στη γνώση και την άγνοια, ανάμεσα στο ζοφερό παρόν και
το μέλλον της ανάγκης επιβάλλει αυστηρές αποφάνσεις.
O
δάσκαλος είναι και πρέπει να παραμείνει ζωντανό παράδειγμα θάρρους και
ζωής και κανένας μας δεν μπορεί να λογίζεται λεύτερος όσο η τάξη μας ξεπέφτει
στην αμορφωσιά και τα παιδιά πετούνται στο δρόμο.
Ας
δώσουμε ένα θρανίο σε κάθε μαθητή και μια κιμωλία σε κάθε δάσκαλο.
Ο
Θανάσης Τσιριγώτης είναι μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου - αντιτετράδια της
εκπαίδευσης